Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μετζίτι
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μετζίτι το [medzíti] Ο44 : ονομασία παλιού τουρκικού νομίσματος.

[τουρκ. mecit (από τα αραβ.) ]

[Λεξικό Κριαρά]
μετζίτιον το· μετζέτι· μετζίτι(ν).
— Βλ. και μασγίδιον.
  • Μουσουλμανικός λατρευτικός χώρος, τζαμί:
    • Ναούς και μοναστήρια είπε να τα χαλάσουν, … μετζίτια να φτιάσουν διά να βάλει χόντζηδες (Διακρούσ. 9814).

[<τουρκ. mescid. Η λ. στο Meursius]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες