Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- μεταξόσπορος ο.
-
- Τα αβγά του μεταξοσκώληκα:
- (Βαρούχ. 84712).
[<ουσ. μετάξι + σπόρος. Η λ. στον Κουμαν. και σήμ. κρητ.]
- Τα αβγά του μεταξοσκώληκα:
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[<ουσ. μετάξι + σπόρος. Η λ. στον Κουμαν. και σήμ. κρητ.]
| © 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |