Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- μεταξιατικόν το.
-
- Φόρος που πλήρωναν οι πωλητές για το μετάξι:
- εις απαιτήσεις … μεταξιατικού (Ψευδο-Σφρ. 54027 (βλ. και Schreiner, JÖB 27, 1978, 220-1)).
[<ουσ. μετάξι(ο)ν + κατάλ. ‑ιατικόν. Η λ. στο Meursius]
- Φόρος που πλήρωναν οι πωλητές για το μετάξι: