Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- μεσονέφριν το.
-
- Το μέρος του προβάτου γύρω από τα νεφρά:
- λιπαρόν προβατικόν από το μεσονέφριν (Προδρ. II 106).
[<επίθ. μέσος + ουσ. νεφρόν]
- Το μέρος του προβάτου γύρω από τα νεφρά: