Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μενού
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μενού το [menú] Ο (άκλ.) : 1α. λεπτομερής κατάλογος των φαγητών που διαθέτει ιδίως ένα εστιατόριο για ορισμένο χρονικό διάστημα: Tο ~ της ημέρας / της εβδομάδας. Tο εβδομαδιαίο ~ προβλέπει τρία γεύματα με κρέας και δύο με ψάρι. β. το σύνολο φαγητών κτλ. που σερβίρονται σε ορισμένο γεύμα ή δείπνο: Tι έχει για σήμερα το μεσημέρι το ~; - Σαλάτα, μακαρόνια, τυρί και φρούτα. 2. (πληροφ.) ο αναλυτικός κατάλογος των εργασιών που μπορεί να εκτελέσει ο χρήστης ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή.

[λόγ.: 1: γαλλ. menu (ορθογρ. δαν.)· 2: σημδ. αγγλ. menu]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μενουέτο το [menuéto] & μινουέτο το [minuéto] Ο39 : παλαιότερος γαλλικός χορός σε τρεις χρόνους και η αντίστοιχη μουσική: Xορεύει / παίζει ένα ~.

[λόγ. < γαλλ. menuet -ον (ορθογρ. δαν.)· ιταλ. minuetto]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες