Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μεθύλιο το [meθílio] Ο40 : (χημ.) μονοσθενής ρίζα που αποτελείται από ένα άτομο άνθρακα και τρία άτομα υδρογόνου.
[λόγ. < γαλλ. méthyl(e) < méthyl(ène) = μεθυλ(ένιον) -ιον]