Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μεθοδιστής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μεθοδιστής ο [meθoδistís] Ο7 : οπαδός του μεθοδισμού: Ένας ~ πάστορας.

[λόγ. < αγγλ. methodist < method = μέθοδ(ος) -ist = -ιστής]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες