Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μεγαλόπνευστος -η -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μεγαλόπνευστος -η -ο [meγalópnefstos] Ε5 : που χαρακτηρίζεται από έμπνευση υψηλής ποιότητας: ~ καλλιτέχνης / ποιητής. Mεγαλόπνευστο καλλιτεχνικό δημιούργημα. μεγαλόπνευστα ΕΠIΡΡ.

[λόγ. μεγαλο- + -πνευστος κατά το θεόπνευστος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες