Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μεγάτονος ο [meγátonos] Ο20 : μετρική μονάδα που ισοδυναμεί με ένα εκατομμύριο τόνους και χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της πυρηνικής ενέργειας: Aτομική βόμβα εκατό μεγατόνων.
[λόγ. < γαλλ. mégatonne (méga- = μεγα- 2)]



