Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ματσουκιά
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ματσουκιά η [matsuká] Ο24 : χτύπημα με ματσούκι.

[μσν. ματσουκιά < ματσούκ(α) -ιά]

[Λεξικό Κριαρά]
ματσουκιά η.
  • Χτύπημα με ματσούκι:
    • ραβδιές και ματσουκιές απάνω στα πλευρά σου (Διήγ. παιδ. 170).

[<ουσ. ματσούκα ή ματσούκι + κατάλ. ‑ιά. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες