Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: μαγνητοσκόπηση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μαγνητοσκόπηση η [maγnitoskópisi] Ο33 : καταγραφή εικόνων σε μαγνητοταινία με ειδικό μηχάνημα: H τηλεόραση θα μεταδώσει από ~ το χθεσινό ποδοσφαιρικό αγώνα.

[λόγ. < γαλλ. magnétoscope < magnéto- = μαγνητο- + -scope = -σκόπη(σις) -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go