Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μάραθον
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
μάραθον το· μάλαθρον· μάραθρον.
  • Μάραθο:
    • χυλόν μαράθρου (Ιερακοσ. 4003).

[αρχ. ουσ. μάραθον, μτγν. μάλαθρον και ‑ραθρον. Διάφ. τ. σήμ. ιδιωμ. Η λ. και σήμ. (‑ο)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες