Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λύτρα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λύτρα τα [lítra] Ο39 : 1. χρηματικό ποσό που πληρώνεται για την απελευθέρωση, για την εξαγορά αιχμαλώτων ή θυμάτων απαγωγής: Ο βιομήχανος εκτελέστηκε από τους απαγωγείς, παρόλο που καταβλήθηκαν έγκαιρα τα ~ που ζήτησαν. 2. (μτφ.) τίμημα που καταβάλλεται για να αποκτηθεί κτ.: Bαριά είναι τα ~ της λευτεριάς.

[λόγ. < αρχ. λύτρα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες