Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: λύτης
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λύτης ο [lítis] Ο10 θηλ. λύτρια [lítria] Ο27 : αυτός που (είναι ικανός να) λύνει προβλήματα, πνευματικές ασκήσεις κά.: ~ σταυρολέξου.

[λόγ. λύ(ω) -της· λύ(της) -τρια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go