Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λιθοτριψία
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λιθοτριψία η [liθotripsía] Ο25 : (ιατρ.) ο θρυμματισμός των λίθων της ουροδόχου κύστεως με ειδικό όργανο, που εισάγεται μέσο της ουρήθρας: Εξωσωματική ~, αναίμακτη τεχνική θραύσης των λίθων του ουροποιητικού συστήματος με τη χρήση ειδικών μηχανημάτων.

[λόγ. λιθο- + τριψ- (τρίβω) -ία μτφρδ. γαλλ. lithotritie]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες