Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- λημματογράφηση η [limatoγráfisi] Ο33 : 1. η καταγραφή λημμάτων σε ένα λεξικό ή σε μια εγκυκλοπαίδεια. 2. επιλογή ενός τύπου μιας λέξης τον οποίο καταγράφουμε για να τον εξετάσουμε, να τον αναλύσουμε κτλ.: Πρέπει να διαβάσουμε προσεκτικά το παράθεμα, για να γίνει σωστή ~ στα δελτία.
[λόγ. λημματογραφη- (λημματογραφώ) -σις > -ση]