Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- λευτεριά η [lefterjá] Ο24 (χωρίς πληθ.) : (λαϊκότρ., λογοτ.) η ελευθερία: Πολεμήσαμε για τη ~ μας. (ευχή) καλή ~, ευχή: α. προς εγκύους για εύκολο τοκετό. β. προς σκλαβωμένους, φυλακισμένους κ.ά.
[μσν. λευτεριά < ελευτερία, ελευθεριά (συνίζ. για αποφυγή της χασμ., ανομ. τρόπου άρθρ. [fθ > ft] και αποβ. του αρχικού άτ. φων.) < αρχ. ἐλευθερία]