Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λεμφαγγείωμα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λεμφαγγείωμα το [lemfangíoma] Ο49 : καλοήθης όγκος, που οφείλεται σε δυσπλασία των λεμφοφόρων αγγείων.

[λόγ. < γαλλ. lymphangiome < lymph(e) = λεμφ(ο)- + angiome = αγγείωμα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες