Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: λειχούδης
1 item total
[Λεξικό Κριαρά]
λειχούδης, επίθ.
  • Λειχούδης, λαίμαργος:
    • σκύλος … λειχούδης και ακαμάτης (Σοφιαν., Παιδαγ. 99).

[<αρχ. λείχω + κατάλ. ‑ούδης. Η λ. ως επών. τον 11. αι. και σήμ. (ά. γρ. λιχ‑)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go