Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: λεγούμι
1 item total
[Λεξικό Κριαρά]
λεγούμι το.
  • Όσπριο:
    • εγένετο λιμός μέγας … δεν ηυρίσκετο μήτε κουκκίον μήτε άλλο τι λεγούμι (Byz. Kleinchron. Ά 50936).

[<ιταλ. legume]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go