Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λεβητοστάσιο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λεβητοστάσιο το [levitostásio] Ο42 : χώρος όπου είναι εγκατεστημένοι λέβητες: ~ πλοίου / εργοστασίου / πολυκατοικίας. Παρουσιάστηκε βλάβη στο ~.

[λόγ. λεβητ- (λέβης δες λέβητας) -ο- + -στάσιον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες