Παράλληλη αναζήτηση
| 2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- λεβαντίνος ο [levandínos] Ο18 : φραγκολεβαντίνος.
[ιταλ. levantino -ς]
[Λεξικό Κριαρά]
- Λεβαντίνος ο.
-
- Ανατολίτης·
- (εδώ) προκ. για στρατιώτες μισθοφόρους, ιδ. Έλληνες ή Αρβανίτες (stradioti):
- (Κορων., Μπούας 10).
- (εδώ) προκ. για στρατιώτες μισθοφόρους, ιδ. Έλληνες ή Αρβανίτες (stradioti):
[<ιταλ. levantino. Η λ. και σήμ. (λ‑)]
- Ανατολίτης·



