Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λεβέντικα
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
λεβέντικα, επίρρ.
  • Όμοια με Τούρκο «πεζοναύτη»:
    • λεβέντικα ντυμένος (Λεηλ. Παροικ. 567).

[<επίθ. λεβέντικος. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες