Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λείψις
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
λείψις ‑ψη η.
  • 1)
    • α) Έλλειψη, στέρηση:
      • η λείψις του ψωμίου (Προδρ. III 273-5 χφφ ΡΚ κριτ. υπ.
    • β) έλλειψη, ελάττωση:
      • (Ασσίζ. 36622).
  • 2) (Προκ. για τον ήλιο) έκλειψη:
    • (Σεισμολ. 20).

[μτγν. ουσ. λείψις]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες