Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λαχανόκηπος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λαχανόκηπος ο [laxanókipos] Ο20 : κήπος όπου καλλιεργούνται λαχανικά.

[λόγ. λαχανο- + κήπος μτφρδ. γαλλ. jardin potager ή γερμ. Gemüse garten]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες