Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: λαφυραγώγηση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λαφυραγώγηση η [lafiraγójisi] Ο33 : η αρπαγή λαφύρων, λείας, κυρίως από αντίπαλο· λεηλασία, πλιάτσικο.

[λόγ. λαφυραγωγη- (λαφυραγωγώ) -σις > -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go