Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λαρυγγολόγος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λαρυγγολόγος ο [lariŋgolóγos] Ο18 θηλ. λαρυγγολόγος [lariŋgolóγos] Ο35 : γιατρός ειδικευμένος στη λαρυγγολογία· (πρβ. ωτορινολαρυγγολόγος).

[λόγ. < γαλλ. laryngologue < laryngo(logie) = λαρυγγο(λογία) -logue = -λόγος· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες