Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: λαμαρινάς
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λαμαρινάς ο [lamarinás] Ο1 : τεχνίτης που ασχολείται με κατασκευές και επιδιορθώσεις αντικειμένων από λαμαρίνα.

[λαμαρίν(α) -άς]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go