Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λαθρεμπορία
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λαθρεμπορία η [laθremboría] Ο25 : η παράνομη δραστηριότητα του λαθρέμπορου· λαθρεμπόριο: ~ ναρκωτικών / τσιγάρων / ειδών πολυτελείας.

[λόγ. λαθρ(ο)- + -εμπορία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες