Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- λαγούδι(ο)ν το.
-
- Λαγός:
- θέλω κυνηγάν λαγούδια και περδίκια (Διγ. Esc. 744).
[<ουσ. λαγός + κατάλ. ‑ούδι(ο)ν. Τ. λαούδιν σήμ. κυπρ. Η λ. (‑ιν) και σήμ. ποντ.]
- Λαγός: