Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κύηση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κύηση η [kíisi] Ο33 : (ιατρ.) η κυοφορία στον άνθρωπο: Εξωμήτρια ~. Άδεια κυήσεως, εγκυμοσύνης.

[λόγ. < ελνστ. κύη(σις) -ση, αρχ. σημ.: `σύλληψη΄]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες