Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κωφός
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κωφός ο [kofós] Ο17 : (ιατρ.) κουφός: Σχολή κωφών. (έκφρ.) διάλογος κωφών, για έλλειψη πραγματικού διαλόγου.

[λόγ. < αρχ. κωφός]

[Λεξικό Κριαρά]
κωφός, επίθ.,
βλ. κουφός.
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες