Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- κροκύδα η· κορκύδα.
-
- Mαλλί ξασμένο:
- (Στάθ. B´ 150).
[αρχ. ουσ. κροκύς. O τ. και σήμ. κρητ. H λ. και σήμ. ιδιωμ.]
- Mαλλί ξασμένο:
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[αρχ. ουσ. κροκύς. O τ. και σήμ. κρητ. H λ. και σήμ. ιδιωμ.]
| © 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |