Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κριτικισμός ο [kritikizmós] Ο17 : (φιλοσ.) φιλοσοφικό σύστημα που βασίζεται στην κριτική της γνώσης.
[λόγ. < γαλλ. criticisme < critiq(ue) = κριτικ(ός) -isme = -ισμός]



