Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κρηπίδα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κρηπίδα η [kripíδa] Ο26 : το κρηπίδωμα, στην αρχαία αρχιτεκτονική.

[λόγ. < αρχ. κρηπίς, αιτ. -ίδα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go