Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κρημνώδης
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
κρημνώδης, επίθ.· κρεμώδης.
  • Aπόκρημνος, απότομος:
    • (Bέλθ. 1096).

[αρχ. επίθ. κρημνώδης]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες