Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κραγιόνι
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κραγιόνι το [krajóni] Ο44 : 1. μολύβι ζωγραφικής με χρώμα. 2. είδος ζωγραφικής με κραγιόνια καθώς και το αντίστοιχο έργο.

[κραγιόν -ι]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go