Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κούτσαμα το [kútsama] Ο49 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του κουτσαίνω.
[κουτσα- (κουτσαίνω) -μα]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κουτσαμάρα η [kutsamára] Ο25α : (προφ., μειωτ.) η αναπηρία στα πόδια.
[κούτσαμ(α) -άρα]