Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- κουδουνισμός ο.
-
- Ήχος κουδουνιού, μεταλλικός ήχος:
- εγίνετον κουδουνισμός εις τ’ άρματα και κτύποι (Αλεξ. 1213).
[<αόρ. του κουδουνίζω + κατάλ. ‑μός. T. κωδω‑ τον 9. αι. Η λ. στο Somav.]
- Ήχος κουδουνιού, μεταλλικός ήχος:



