Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κομφετί
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κομφετί το [komfetí] Ο (άκλ.) : μικρά, στρογγυλά, πολύχρωμα κομματάκια από χαρτί, που τα πετούν ο ένας στον άλλο παίζοντας τις απόκριες· χαρτοπόλεμος1: Tου έριξε μια χούφτα ~.

[λόγ. < γαλλ. confetti (< ιταλ. confetti `μικρά γλυκά΄)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες