Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κολοβακτηρίδιο το [kolovaktiríδio] Ο40 : (ιατρ.) βακτηρίδιο του εντερικού σωλήνα.
[λόγ. κόλ(ον) -ο- + βακτηρίδιον μτφρδ. διεθ. colibacillus (δες στα βακτήριο, κολοβάκιλος)]



