Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κοκορόμυαλος -η -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κοκορόμυαλος -η -ο [kokorómnalos] Ε5 : (οικ.) ειρωνικός χαρακτηρισμός ανθρώπου ανόητου, ελαφρόμυαλου.

[κόκορ(ας) -ο- + μυαλ(ό) -ος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go