Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κοκίτης
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κοκίτης ο [kokítis] Ο10 : λοιμώδης παιδική ασθένεια που προσβάλλει το αναπνευστικό σύστημα και χαρακτηρίζεται από παρατεταμένο βήχα.

[λόγ. < αρχ. κόκκ(υ) η κραυγή του κούκου (δες κούκου) -ίτης απόδ. γαλλ. coqueluche < coq `κόκορας΄ (ηχομιμ. από την ακουστική αίσθηση του έντονου βήχα)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go