Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κοινωνικόν
1 item total
[Λεξικό Κριαρά]
κοινωνικόν το.
  • (Εκκλ.) ύμνος που ψάλλεται όταν κατά τη θεία λειτουργία κοινωνούν οι πιστοί:
    • (Βίος αγ. Νικ. 36).

[μτγν. ουσ. κοινωνικόν. Η λ. και σήμ. (Βεργωτής)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go