Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κοιλόπονος
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κοιλόπονος ο [kilóponos] Ο20 : πόνος που εντοπίζεται στην περιοχή της κοιλιάς· πονόκοιλος.

[κοιλο- 2 + πόνος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go