Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κηροποιία
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κηροποιία η [kiropiía] Ο25 : 1. η τέχνη και η τεχνική της κατασκευής κεριών· κηροπλαστική. 2. βιοτεχνία ή εργοστάσιο κατασκευής κεριών.

[λόγ. κηρο(ποιός) -ποιία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες