Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κεφίρ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κεφίρ το [kefír] Ο (άκλ.) : δροσιστικό ποτό από ξινόγαλα.

[λόγ. < γαλλ. kéfir (< ρωσ. < γλ. του Καυκάσου)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες