Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κενοφοβία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κενοφοβία η [kenofovía] Ο25α : (ψυχιατρ.) παθολογικός φόβος του κενού χώρου.

[λόγ. κενο- + -φοβία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go