Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κατιόντες
1 item total
[Λεξικό Κριαρά]
κατιόντες οι.
  • Oι άμεσοι απόγονοι:
    • (Eλλην. νόμ. 546).

[αρσ. της μτχ. ενεστ. του αρχ. κάτειμι στον πληθ. ως ουσ.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go