Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κατηγορητήριο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κατηγορητήριο το [katiγoritírio] Ο40 : α. (νομ.) έγγραφο στο οποίο διατυπώνεται η κατηγορία που αποδίδεται στο πρόσωπο το οποίο καλείται να δικαστεί, καθώς και η απαγγελία της κατηγορίας από το δημόσιο κατήγορο: Ο εισαγγελέας διάβασε το ~. Ο υπόδικος αντιμετωπίζει βαρύ ~. Kατέρρευσε το ~, οι κατηγορίες αποδείχτηκαν αβάσιμες. β. προφορι κή ή γραπτή απαρίθμηση κατηγοριών εναντίον κάποιου: Mόλις ήρθε άρχι σε το ~ εναντίον της νύφης της. Στο γράμμα του είχε ολόκληρο ~ εναντίον των πρώην συνεργατών του.

[λόγ. κατηγορη- (κατηγορώ) -τήριον]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go